- παναραβισμός
- Μία από τις πλέον παρεξηγημένες ίσως έννοιες στη σύγχρονη διεθνή ιστορία είναι η έννοια του αραβισμού, δηλαδή του σύγχρονου εθνικισμού των Αράβων, που στηρίζεται στην έννοια του αραβισμού ή του αραβικού έθνους. Το κριτήριο της εθνικής ταυτότητας, της ένταξης δηλαδή σε μια μεγάλη ομάδα με κοινή καταγωγή, κοινούς πολιτιστικούς δεσμούς και κοινή γλώσσα, είχε αξία στην αρχαιότητα και στις αρχές της μουσουλμανικής περιόδου. Η ιδεολογία για το έθνος προσέφερε στοιχεία σύνδεσης στα μέλη μιας ανοργάνωτης εθνότητας. Στη συνέχεια το Ισλάμ ταυτίστηκε σε μεγάλο βαθμό με τους Άραβες. Αυτή η θρησκευτική ιδεολογία, αφού αποτέλεσε το συνδετικό υλικό αρχικά μιας αυτοκρατορίας και στη συνέχεια πολλών κρατών, κατέληξε να υποβαθμίσει την αραβική ιδεολογία για το έθνος. Η ιδεολογία αυτή επιβίωσε στηριζόμενη σε στοιχεία όπως οι κοινοί πολιτιστικοί δεσμοί και η δόξα ενός κοινού λαμπρού παρελθόντος. Ανάμεσα σε αυτούς τους δεσμούς είναι και η ενσωμάτωση στο Ισλάμ, μια πίστη θεμελιωμένη στο έθνος. Το άλλο συνηθισμένο θεμέλιο της ιδεολογίας του έθνους, δηλαδή η γλώσσα, έπαιξε ένα ρόλο αρνητικό, αποκλείοντας από την εθνική ταυτότητα όλες τις ομάδες που δεν μιλούσαν αραβικά. Στη συνέχεια βέβαια, με τις παγκόσμιες εξελίξεις και τη διαμόρφωση των εθνικών ιδεολογιών, η τάση για κοσμική εξουσία και η άνοδος κάποιων τάξεων, που μιλούσαν αραβικά και που είχαν κοινά συμφέροντα, οδήγησαν στην ηγεμονία μιας ιδεολογίας για το έθνος που έχει ως κριτήριο τη γλώσσα και που θέτει ως ιδεώδες τη δημιουργία ενός έθνους - κράτους.
Ο λαμπρός πολιτισμός που αναπτύχθηκε κατά τον Μεσαίωνα στις χώρες που κατέκτησαν οι Άραβες, και που μέσα σε έναν ή δύο αιώνες έπαψε να κυριαρχεί, ονομάζεται από μερικούς Αραβικός πολιτισμός, από άλλους Μουσουλμανικός και από κάποιους άλλους Αραβομουσουλμανικός. Οι διαφορές σχετίζονται άμεσα και με τις ιδεολογικές τοποθετήσεις υπέρ ή κατά του σύγχρονου αραβικού εθνικισμού. Τα στοιχεία του αραβικού πολιτισμού που κυρίως επηρέασαν τους γειτονικούς πολιτισμούς, ιδίως τη χριστιανική δυτική Ευρώπη κατά τον Μεσαίωνα, είναι τα κοινά πολιτιστικά χαρακτηριστικά του μουσουλμανικού κόσμου στην πνευματική και την ηθική σφαίρα που δίνουν αμέσως την εντύπωση ότι μπαίνει κάποιος σε έναν κόσμο τελείως διαφορετικό.
Το κέντρο, ο πυρήνας αυτού του ιδιαίτερου κόσμου, ήταν η θρησκεία ή τουλάχιστον η πολιτικά κυρίαρχη θρησκεία, η ιδεολογία του κράτους, δηλαδή το Ισλάμ. Όλες οι μουσουλμανικές χώρες, παρά τις πολιτιστικές διαφορές, τις πολιτικές αντιθέσεις και τις ενδεχόμενες συμμαχίες τους με κάποιους άπιστους, σχημάτιζαν αυτό που θα ονομάζαμε ένα ιδεολογικοπολιτικό συγκρότημα, το Νταρ αλ Ισλάμ, δηλαδή στον Οίκο του Ισλάμ.
Η ενότητα δεν ήταν θεμελιωμένη, ούτε στην ομιλούμενη γλώσσα, ούτε στην κοινή εθνική καταγωγή, στοιχεία που την εποχή εκείνη δεν είχαν καμιά πολιτική σημασία. Τα μεγάλα πνευματικά και αισθητικά επιτεύγματα αυτού του πολιτισμού πραγματοποιήθηκαν από ανθρώπους που μιλούσαν την αραβική αλλά και άλλες γλώσσες. Όμως η γλώσσα που γνώριζαν όλοι οι μορφωμένοι άνθρωποι της εποχής και χρησιμοποιούσαν όταν έγραφαν τα μεγάλα πνευματικά έργα ήταν η αραβική γλώσσα, η γλώσσα του Κορανίου, της θεολογίας και των πνευματικών αναλύσεων. Έτσι, μπορούμε αυτό τον πολιτισμό να τον ονομάζουμε και αραβικό.
Θα ήταν λοιπόν δυνατό να θεωρήσουμε πως ανήκουν στην αραβική εθνότητα ή τον αραβικό λαό όσοι μιλούν την αραβική ή κάποια παραλλαγή της και την θεωρούν ως τη φυσική τους γλώσσα, όσοι θεωρούν κληρονομιά τους την ιστορία και τα πολιτιστικά χαρακτηριστικά του λαού που αυτοαποκαλείται αλλά και ονομάζεται από τους άλλους Αραβικός –σε αυτά τα πολιτιστικά χαρακτηριστικά περιλαμβάνεται από τον 7o αι. και μετά η προσήλωση στο Ισλάμ– και βέβαια όσοι διεκδικούν την αραβική ταυτότητα και έχουν αραβική συνείδηση.
Η ιδεολογία του αραβισμού, έτσι όπως εξελίχθηκε κατά τις τελευταίες δεκαετίες, ωθεί προς την ενότητα. Ταυτόχρονα όμως η τρέχουσα πολιτική ιστορία του αραβικού κόσμου δείχνει σε κάθε στιγμή βαθύτατες διαφορές. Η ιδεολογία του αραβισμού έδωσε ως προοπτική την αραβική ενότητα και αυτή η προοπτική δημιούργησε ενθουσιώδεις υποστηρικτές. Ο πιο προφανής παράγοντας ενότητας είναι η ενότητα της γραπτής γλώσσας. Η ιστορία των αραβικών χωρών ήταν επίσης κοινή, τουλάχιστον στις αρχές. Η ιστορία για τους προϊσλαμικούς Άραβες, η εξαγνισμένη εμφάνιση του Ισλάμ στην Αραβία, η ηρωική δράση των κατακτητών, η δόξα και η πτώση των αυτοκρατοριών της Δαμασκού και της Βαγδάτης, συγκρότησαν έναν ενιαίο θησαυρό ιστορίας και αναμνήσεων που διέδωσαν οι Άραβες ανά τους αιώνες. Οι Άραβες συγκρούσθηκαν με τους ίδιους εχθρούς: τους σταυροφόρους και τους Μογγόλους στον Μεσαίωνα, τον ευρωπαϊκό ιμπεριαλισμό στη σύγχρονη εποχή και είχαν τις ίδιες αντιφατικές σχέσεις με τους Τούρκους.
Απέναντι στους παράγοντες ενότητας υπάρχουν όμως και οι παράγοντες διαφοροποίησης. Οι διάφορες αραβικές χώρες είναι σήμερα περίπου οικονομικά αυτοτελείς περιοχές. Μολονότι οι βάσεις της αραβικής ενότητας υπάρχουν, η πραγματοποίησή της ή η διατήρηση της σημερινής διαίρεσης και πολυδιάσπασης θα εξαρτηθεί λιγότερο από τους ουσιαστικούς λόγους και περισσότερο από τον συσχετισμό των δυνάμεων μεταξύ των κρατών και των κινημάτων, από εξωτερικές προκλήσεις, δηλαδή από την ιστορική συγκυρία.
Μία σύντομη αναδρομή στην πορεία του αραβικού εθνικισμού και τις παραλλαγές του είναι απαραίτητη για να τεθούν στις πραγματικές τους διαστάσεις και τα ζητήματα της ενότητας ή του μέλλοντος του σημερινού αραβικού κόσμου.
Στις τελευταίες δεκαετίες του 19ου αι. σαρώνει κυριολεκτικά τις αραβικές μάζες το ιδανικό της απελευθέρωσης από την κυριαρχία των ξένων. Πρόκειται για ένα αντιαποικιοκρατικό και, στη συνέχεια, αντιιμπεριαλιστικό κίνημα, που προβάλλει τις εθνικές διεκδικήσεις των Αράβων και διαμορφώνεται ανάμεσα στα διαφορετικά προβαλλόμενα πρότυπα για τη συγκρότηση των εθνικών κρατών. Παρά τα σχέδια και τις θεωρίες Αράβων ή ξένων, η εκάστοτε πολιτική συγκυρία είναι εκείνη που παίζει καθοριστικό ρόλο. Κατά τη διάρκεια του A» Παγκοσμίου πολέμου, ο ηγεμόνας της Μέκκας επωφελείται από τα αντιτουρκικά αισθήματα για να επεκτείνει την κυριαρχία του και απευθύνει έκκληση στην αραβική εθνική συνείδηση των πληθυσμών που βρίσκονται κάτω από την οθωμανική κυριαρχία στις περιοχές της γόνιμης ημισελήνου (δηλ. εκεί όπου σήμερα είναι η Συρία, η Παλαιστίνη, ο Λίβανος, η Ιορδανία και το Ιράκ). Η Βρετανία υποστηρίζει την αραβική εξέγερση κατά της Οθωμανικής αυτοκρατορίας λόγω των δεσμών της τελευταίας με τη Γερμανία και την Αυστροουγγαρία. Οι Άραβες των περιοχών αυτών ταλαντεύθηκαν αρκετά από τη μία πλευρά ανάμεσα στην αφοσίωσή τους σε ένα μουσουλμανικό κράτος και τον σουλτάνο της Κωνσταντινούπολης και από την άλλη στην έκκληση για την εθνική αφύπνισή τους. Σε άλλες περιοχές, όπως στην Αίγυπτο, η οποία είχε πάντα μια ισχυρή χριστιανική μειονότητα αλλά και μία ισχυρή εβραϊκή κοινότητα, το Ισλάμ αντιπαραβάλλεται σε μια εθνική πατριωτική ιδεολογία προσανατολισμένη στην ανεξαρτησία της συγκεκριμένης χώρας. Σε άλλες περιοχές η ανάπτυξη της ιδεολογίας του αραβισμού ενισχύεται από τον αγώνα κατά των Βρετανών και των Γάλλων αποικιοκρατών, ενώ η γενική αντίθεση στον εβραϊκό εποικισμό της Παλαιστίνης, που βρίσκεται ακόμη υπό βρετανική εντολή, ενώνει χριστιανούς και μουσουλμάνους Άραβες και συμβάλλει στη διαμόρφωση της αραβικής συνείδησης, της αραβικής ταυτότητας.
Η αραβική εθνικιστική ιδεολογία επικράτησε διότι κινητοποίησε τις αραβικές μάζες γύρω από έναν στόχο που συγκινούσε τους πάντες, για ένα μεγάλο ανεξάρτητο ενιαίο και ισχυρό αραβικό κράτος, για την αντίθεση κατά της δυτικής κυριαρχίας και της υπανάπτυξης, στην οποία καταδικάστηκαν οι αραβικοί λαοί από τις ξένες δυνάμεις, ακόμα και για την αντίθεση κατά των εξευρωπαϊσμένων ανώτερων κοινωνικών τάξεων που απολάμβαναν την εύνοια των δυτικών. Κάποιες ευρωπαϊκές χώρες, όπως η Βρετανία, αντιλαμβάνονται έγκαιρα τη δύναμη του αραβικού εθνικισμού και προσπαθούν να προσεταιριστούν αυτό το ρεύμα με σκοπό να το ελέγξουν. Στο πλαίσιο αυτών των σχεδίων η Βρετανία ανέχθηκε και την ίδρυση του Αραβικού Συνδέσμου στο Κάιρο το 1945. Ο Οργανισμός αυτός, βήμα έκφρασης από την πρώτη στιγμή των αραβικών αντιθέσεων και διαφωνιών, δεν κατάφερε ποτέ να συσπειρώσει όλα τα αραβικά κράτη σε μια ενιαία γραμμή με έμπρακτα αποτελέσματα, αλλά συνέβαλε στο να διαμορφωθεί και να κυριαρχήσει η αραβική συνείδηση. Οι αραβικές χώρες αποδέχονται σιγά σιγά τη διεύρυνση του αραβικού κόσμου με τις νέες ανεξάρτητες χώρες που προκύπτουν και καταλήγουν να βλέπουν τον αραβικό κόσμο ως ένα ενιαίο σύνολο παρά τις επιμέρους διαφορές.
Άλλωστε και οι θεωρητικοί του αραβικού κόσμου, που επεξεργάστηκαν την έννοια του αραβικού έθνους προσαρμόζοντας αντίστοιχα τις ευρωπαϊκές θεωρίες, έδωσαν προτεραιότητα όχι στον δεσμό με τη γη, που τόσο συχνά επικαλούνται οι Ευρωπαίοι, αλλά, όπως προαναφέραμε, στην κοινή ιστορία, την κοινή γλώσσα, τον κοινό πολιτισμό. Έτσι, στον αραβικό κόσμο επικράτησε η έννοια καουμίγια, από τη λέξη καούμ που σημαίνει έθνος, λαός απέναντι στην έννοια ουτανίγια από τη λέξη ουάταν που σημαίνει πατρίδα, τόπος. Η πρώτη έννοια τονίζει την ιδέα του ενός και μόνου αραβικού λαού, ενώ η δεύτερη τονίζει την έννοια του τοπικού εθνικισμού των επιμέρους αραβικών χωρών. Έτσι, οι περισσότερες πολιτικές αντιλήψεις που αναπτύχθηκαν στον σύγχρονο αραβικό κόσμο, από τον νασερισμό μέχρι τον μπααθισμό αναφέρονται συνολικά στο αραβικό έθνος και όχι σε καθεμιά ξεχωριστή αραβική πατρίδα.
Οι αγώνες των Αράβων για ανεξαρτησία και εκσυγχρονισμό των κοινωνιών τους, όπως εκείνοι τον έκριναν απαραίτητο, προσέκρουσαν βέβαια στην αντίθεση των ευρωπαϊκών χωρών και αργότερα των Ηνωμένων Πολιτειών που ήθελαν να τους υποτάξουν και μετά την ανεξαρτησία τους και ιδιαίτερα την περίοδο του ψυχρού πολέμου, στο δυτικό μπλοκ. Τα σχέδια της Δύσης να διαμορφώσουν στον αραβικό κόσμο ένα είδος διαχωριστικής γραμμής και προστατευτικής ζώνης απέναντι στη σοβιετική απειλή συνέβαλαν στον ριζοσπαστικό προσανατολισμό των αραβικών μαζών. Οι Άραβες είδαν τις προσπάθειες αυτές ως έναν ανταγωνισμό που δεν τους αφορούσε και ως μία προσπάθεια να ενταχθούν σε έναν αγώνα για τα συμφέροντα των ξένων κυρίαρχων δυνάμεων. Γι» αυτό άρχισε να εκδηλώνεται μια συμπάθεια προς την πρώην Σοβιετική Ένωση, η οποία αποτελούσε το αντίπαλο δέος στη διεθνή σκηνή. Η συμπάθεια αυτή μετατράπηκε για ορισμένες αραβικές χώρες σε στενή σχέση οικονομικής και στρατιωτικής συνεργασίας μέχρι την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης.
Στον σημερινό αραβικό κόσμο συνυπάρχουν, αν όχι ισότιμα, αλλά σίγουρα ο ένας δίπλα στον άλλον, ο αραβικός εθνικισμός μιας συντηρητικής απόχρωσης με σαφή στενή σχέση και εξάρτηση από τη δυτική Ευρώπη και τις ΗΠΑ, αλλά και ένας αραβικός εθνικισμός με ριζοσπαστικό χαρακτήρα και με τάσεις διαμόρφωσης ενός νέου ανεξάρτητου περιφερειακού πόλου. Ενώ εξίσου υπαρκτές είναι και οι δυνάμεις των ακραίων ισλαμικών τάσεων που επιδιώκουν την εγκαθίδρυση καθαρά ισλαμικών μεσαιωνικών καθεστώτων και τέλος οι δυνάμεις εκείνες οι οποίες χωρίς να αρνούνται τα οράματα και τις αξίες ενός αγνού αραβικού εθνικισμού προσπαθούν να τον προσαρμόσουν στα σύγχρονα διεθνή δεδομένα, τονίζοντας στοιχεία κοινωνικής δικαιοσύνης, ανοχής διαφορετικών αντιλήψεων, κλπ.
Ο πόλεμος στον Κόλπο στις αρχές του 1991, στον οποίο μαζί με τις δυτικές, κυρίως, δυνάμεις, έλαβαν μέρος και αρκετές αραβικές χώρες κατά του Ιράκ, αποτέλεσε ιστορική τομή στη σύγχρονη ιστορία του αραβικού κόσμου. Οι επιπτώσεις από τον πόλεμο αυτόν θα παραμείνουν αισθητές στους Άραβες για αρκετά χρόνια, ενώ η μεγάλη ρήξη ανάμεσα στις χώρες που υποστήριξαν τον πόλεμο κατά του Ιράκ και εκείνες που αντιτάχθηκαν σε αυτόν θα καθορίσει σε μεγάλο βαθμό τη θέση της κάθε αραβικής χώρας και τον ρόλο που θα παίξει στο μέλλον στη διαδικασία ενότητας ή παραπέρα διάσπασης του αραβικού κόσμου. Η συμφωνία Παλαιστινίων και Ισραήλ προκάλεσε περιορισμένες αντιδράσεις στον Αραβικό κόσμο. Κυρίως η Λιβύη προσπάθησε με τις μαζικές απελάσεις Παλαιστινίων να δημιουργήσει πρόβλημα. Η λύση του Παλαιστινιακού σίγουρα θα περιορίσει τις διαφορές χωρίς όμως να τις εξαλείψει.
* * *οπολιτικό κίνημα που αποσκοπεί στη συνένωση τών αραβόφωνων ισλαμικών χωρών σε μία κοινότητα, κίνημα που εκφράστηκε κυρίως με τη δημιουργία τού Αραβικού Συνδέσμου στο Κάιρο τον Μάρτιο τού 1945.[ΕΤΥΜΟΛ. < παν-* + Άραβας + -ισμός*].
Dictionary of Greek. 2013.